μυρίοις

μυρίοις
μῠρίοις , μύρω
flow
fut opt act 2nd sg (doric)
μῡρίοις , μυρίος
numberless
masc/neut dat pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • SIGILLA — in vestibus, ζώδια sunt, h. e. sigurae vel hominum vel bestiarum, aurô vel purpurâ expressae: sicut clavit, Graecis σημεῖα, rotundae vel quadratae solum, imaginem nullam exprimentes. Hinc ζωδιωτὰ, sigillata. Hesychio, ζωδιωτὸς χιτὼν, sigillata… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • επί — (AM ἐπί) (πρόθεση) Ι. (με γεν.) 1. επάνω σε μια επιφάνεια ή σ ένα σημείο («επί τής στέγης», «καθέζετ ἐπὶ θρόνου») 2. σχετικά με κάτι, σε αναφορά με κάτι («επί τού θέματος, επί τής ουσίας», «ἐπὶ καλοῡ λέγων παιδός») 3. χρονική περίοδος κατά την… …   Dictionary of Greek

  • οίμωγμα — οἴμωγμα, τὸ (Α) [οιμώζω] θρηνητική κραυγή, θρήνος, οιμωγή («πίπτει πρὸς οὖδας μυρίοις οἰμώγμασι Πενθεύς», Ευρ.) …   Dictionary of Greek

  • περιστοιχίζω — ΝΜΑ περιβάλλω κάποιον ή κάτι με σειρά ομοειδών πραγμάτων τοποθετημένων το ένα κοντά στο άλλο νεοελλ. μτφ. συνοδεύω κάποιον, είμαι ο ακόλουθός του («τόν περιστοιχίζουν διάφοροι κόλακες») αρχ. 1. (σχετικά με πολιορκούμενο στράτευμα) περιβάλλω… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”